- φλοιώτις
- -ώτιδος, ἡ, Ααυτή που αποτελείται ή καλύπτεται από φλοιό.[ΕΤΥΜΟΛ. < φλοιός + κατάλ. -ῶτις, θηλ. τής κατάλ. -ώτης (πρβλ. πατρι-ῶτις, στρατι-ῶτις)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
φλοιῶτιν — φλοιῶτις made of rind fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σκέπη — η, ΝΜΑ 1. σκέπασμα, κάλυμμα 2. μτφ. προ κάλυψη, προφύλαξη, προστασία, υπεράσπιση (α. «φύλαξόν με υπό την σκέπην σου», εκκλ. β. «ὑπὸ τήν σκέπην τών σων προσέρχομαι πτερύγων», Πρόδρ. γ. «ἐν σκέπῃ τοῡ πολέμου», προφύλαξη από τον πόλεμο, Ηρόδ. δ.… … Dictionary of Greek
φλοιός — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται το εξωτερικό περίβλημα του κορμού ή των κλαδιών του δέντρου, το περίβλημα των καρπών, το εξωτερικό στρώμα της γήινης σφαίρας, η φαιά ουσία που περιβάλλει τα ημισφαίρια του εγκεφάλου, η εξωτερική στιβάδα των… … Dictionary of Greek